Skip to main content

Ανεργία, προκλήσεις και λύσεις

 

ΣΚΕΨΕΙΣ - ΑΠΟΨΕΙΣ – ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Φεβρουάριος 2021


Ανεργία, προκλήσεις και λύσεις

του Στέλιου Κατωμέρη*

Σύμφωνα με το άρθρο 22 του Συντάγματος η εργασία είναι δικαίωμα και προστατεύεται από το κράτος, το οποίο μεριμνά για τη δημιουργία συνθηκών απασχόλησης όλων των πολιτών. Η εργασία είναι ένα κοινωνικό αγαθό. Η ανεργία, είναι ακούσια κατάσταση κατά την οποία ο άνθρωπος αποκλείεται από την οικονομική και την κοινωνική παραγωγή. Τα τελευταία 6 χρόνια στην Ελλάδα, ο μηνιαίος μέσος όρος εγγραφών ανεργίας στον ΟΑΕΔ παραμένει σταθερά πάνω από ένα εκατομμύριο, ενώ οι μισές από αυτές αφορούν άνεργους άνω των 12 μηνών (μακροχρόνια άνεργοι). Οι επιδοτούμενοι με το τακτικό επίδομα ανεργίας είναι περίπου 180 χιλιάδες κατά μέσο όρο. Οι υπόλοιποι είναι αποκλεισμένοι για διάφορους λόγους, συνήθως λόγω μη επαρκούς χρόνου απασχόλησης πριν το αίτημα της επιδότησης[1].

Οι ενεργητικές πολιτικές απασχόλησης (ΕΠΑ) που υλοποιήθηκαν τα τελευταία δέκα χρόνια, απαξίωσαν αντί να στηρίξουν το ανθρώπινο κεφάλαιο και την εργασία στην χώρα. Τα μέτρα που λήφθηκαν δεν ήταν επαρκή και μάλλον επιδείνωσαν παρά αναχαίτισαν την εξάπλωση της ανεργίας. Η επιδότηση του μισθολογικού κόστους στις ιδιωτικές επιχειρήσεις δημιούργησε «προτίμηση» πρόσληψης επιδοτούμενων έναντι των μη επιδοτούμενων οδηγώντας στο φαινόμενο της «υποκατάστασης» των εργαζόμενων. Οι αναζητούντες εργασία, που δεν είναι επιδοτούμενοι, μη πληρούντες δηλαδή τα «προσόντα» για είσοδο σε κρατικά προγράμματα απασχόλησης (χαμηλό εισόδημα, μήνες ανεργίας αριθμός τέκνων, ηλικία κλπ)[2] για τα διάφορα προγράμματα ανεργίας, παραμένουν άνεργοι/ες. Οι ΕΠΑ «μετατρέπουν» τους πρώην εργαζόμενους στις υπηρεσίες, στην βιοτεχνία, τεχνίτες, εργάτες γης και άλλους εμπειροτέχνες, όσους στήριζαν δηλαδή την οικονομία, σε «κυνηγούς» μορίων επιλεξιμότητας. Σπεύδουν να συγκεντρώσουν τα απαιτούμενα «προσόντα» και τα μόρια που προβλέπονται και εάν είναι «τυχεροί» να ενταχθούν σε ένα ολιγόμηνο πρόγραμμα.

Οι ΕΠΑ, δεν προσφέρουν σταθερή απασχόληση αλλά αντίθετα συντελούν στην «ανακύκλωση» των ανέργων. Τα προσφερόμενα προγράμματα απασχόλησης τριών, έξι ακόμη και οκτώ μηνών, δεν δημιουργούν νέες θέσεις εργασίας και δεν συντελούν στην διατήρηση των υπαρχουσών. Μόλις λήξει το κάθε πρόγραμμα, οι εργαζόμενοι επανέρχονται στην προηγούμενη κατάσταση τους και οδηγούνται εκ νέου σε εγγραφή στις λίστες ανεργίας ώστε να συγκεντρώσουν νέα μόρια επιλεξιμότητας για ένα επόμενο πρόγραμμα. Η κυκλική αυτή πορεία από την μερική απασχόληση στο ταμείο ανεργίας, εν συνεχεία στο επίδομα μακροχρόνιας ανεργίας και η επαναφορά των ανέργων σε νέο πρόγραμμα μερικής απασχόλησης, οδήγησε ήδη εκατοντάδες χιλιάδες μερικώς απασχολούμενων, στην μακροχρόνια ανεργία.

Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΑΕΔ[3], το 2020 οι εγγραφές ανεργίας φτάνουν τον μηνιαίο μέσο όρο των 1.122.503 δηλαδή 112.481 περισσότερες από το 2016. Οι μισοί μάλιστα από αυτούς είναι μακροχρόνια άνεργοι. Οι επιδοτούμενοι άνεργοι (τακτικό επίδομα) είναι μόνον 181.826 (Μ.Ο. ανά μήνα) και αποτελούν μόνον το 16,2% του συνόλου των εγγεγραμμένων.

Η ψυχοφθόρα εναλλαγή της κατάστασης «εργαζόμενου-ανέργου» σε συνδυασμό με την έλλειψη στοχευμένης κατάρτισης άρα και την μη επικαιροποίηση των προσόντων (σύμφωνα με τις ανάγκες της αγοράς) παγιώνει την πλήρη εγκατάλειψη του από την πολιτεία και οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια, στον πλήρη εργασιακό αποκλεισμό. Το «δράμα» που «παίζεται» συνεχώς μπροστά στο μυωπικό βλέμμα του κράτους έχει ως αποτέλεσμα την σταδιακή δημιουργία ενός «ιδανικού εφεδρικού στρατού» έτοιμων για συμβιβασμούς εξαθλιωμένων ανέργων που παραμένουν μακροχρονίως στις λίστες του ΟΑΕΔ. Όσοι/ες πληρούν τις προϋποθέσεις αναζητούν επιδόματα πρόνοιας ή επιδόματα ανεργίας για μια οριακή επιβίωση και κάποιοι, επιλέγουν την πρόωρη συνταξιοδότηση.

Στην 5ετία 2016-2020 οι μακροχρόνια άνεργοι έχουν αυξηθεί κατά 79.784. Το θετικό αποτέλεσμα της μείωσης κατά 20.570 του αριθμού της ηλικιακής κατηγορίας ≤30 ετών επισκιάζεται από το γεγονός της μεγάλης αύξησης των μακροχρονίως ανέργων στην πολύ δύσκολη για ένταξη ηλικιακή κατηγορία ≥45 ετών κατά 94.910 χιλιάδες, ενώ παρατηρείται και μια ανησυχητική άνοδος κατά 5.443 ανέργων της σημαντικής ηλικιακής ομάδας 30-44.

Σύμφωνα με στοιχεία του ΟΑΕΔ, στην τελευταία δεκαετία ο μηνιαίος μέσος όρος εγγραφών ανεργίας έχει αυξηθεί κατά 305.473 δηλαδή κατά 37,4%. Με ακόμη μεγαλύτερη ταχύτητα αυξάνονται οι μακροχρόνια άνεργοι οι οποίοι από το 2010 έως το 2020 έχουν αύξηση κατά 95%, δηλαδή κατά 285.952 εγγραφές. Το 2010 οι μακροχρονίως άνεργοι αποτελούσαν το 36,85% του συνόλου ενώ το 2020 αποτελούν το 52,3%.

Είναι εντυπωσιακό επίσης (και ανησυχητικό) το γεγονός ότι οι εγγεγραμμένοι άνεργοι (και οι μακροχρονίως άνεργοι) το 2019 - περίοδο προ Covid 19 – με επίσημο ποσοστό ανεργίας στο 17,3% ήταν ισάριθμοι με αυτούς του 2014 όταν ο δείκτης βρίσκονταν στο 26,5%. Είναι βέβαια εμφανές ότι ο επίσημος δείκτης ανεργίας είναι μια στατιστική σύμβαση και δεν παρουσιάζει την πραγματική ανεργία αφού καταγράφει ακόμη και μία ώρα απασχόλησης την εβδομάδα αναφοράς της έρευνας[4]. Ασφαλώς τα ερωτήματα είναι πολλά αλλά και η πραγματικότητα των ανέργων είναι αριθμητικά αμείλικτη κόντρα στις «ιαχές» περί καταπολέμησης της ανεργίας.

Για παράδειγμα, ο αριθμός των ανέργων σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ[5] υπολογίζεται το 2020 ότι είναι 768.276 ενώ οι εγγεγραμμένοι όπως προαναφέρθηκε παραμένουν πάνω από 1,1 εκατ. Η διαφορά αυτή προκύπτει από την ανακύκλωση των συμβάσεων ορισμένου χρόνου των ΕΠΑ με την μερική απασχόληση ~300 χιλ. ανέργων. Άλλωστε το γεγονός της επικράτησης των προγραμμάτων βραχείας απασχόλησης φαίνεται και από την εξέλιξη των part-time συμβάσεων που επικράτησαν την τελευταία δεκαετία. Για παράδειγμα, είναι εμφανής η συσχέτιση της μείωσης της ανεργίας της ηλικιακής ομάδας 15-24 ετών με την ταυτόχρονη άνοδο της part-time εργασίας στην ίδια ομάδα. Συγκεκριμένα, το 2014 η ανεργία στην αναφερόμενη ηλικιακή ομάδα ήταν 52,4% και η part time εργασία 21,9% ενώ στο 2019 ήταν 35,2% και 30,1% αντίστοιχα.

Είναι εκ των αποτελεσμάτων αυταπόδεικτο ότι η ανεργία στην χώρα μας, όχι μόνον δεν αντιμετωπίζεται αλλά ανακυκλώνεται χωρίς να φαίνεται δυνατή η διαχείριση της. Η επίμονη παρουσία της υψηλής ανεργίας στην χώρα μας, αποδεικνύει την αποτυχία του κράτους να προλαμβάνει, αλλά και να διαχειρίζεται αποτελεσματικά την σοβαρή αυτή κοινωνική απειλή. Είναι σαφές ότι το κράτος έχει αποτύχει στην προστασία της απασχόλησης σύμφωνα με το Σύνταγμα.

Οι άνεργοι διερχόμενοι των σταδίων απώλειας της επαγγελματικής τους ταυτότητας και οικονομικού αποκλεισμού αδυνατούν και ίσως αποφεύγουν να αποδεχτούν το στίγμα της ανεργίας και την οριστική ακύρωση της επαγγελματικής τους ζωής. Αυτό που ήξεραν να κάνουν δεν είναι πια χρήσιμο. Δεν μπορούν, χωρίς εκπαιδευτική και οικονομική στήριξη να σχεδιάσουν από την αρχή μια νέα επαγγελματική βιογραφία. Τα προσφερόμενα επιμορφωτικά προγράμματα δεν φαίνεται να είναι επαρκή για επανένταξη αφού η εξειδίκευση που παρέχουν δεν εξασφαλίζει μία σταθερή θέση εργασίας. Οι ίδιοι οι άνεργοι δεν είναι σε θέση να προσδιορίσουν με ακρίβεια την ειδικότητα που τους ταιριάζει και εάν έχει ζήτηση στην τρέχουσα και μελλοντική αγορά εργασίας. Επιπλέον δεν διαθέτουν πόρους να χρηματοδοτήσουν την εκπαίδευση τους αλλά και να επιβιώσουν κατά την διάρκεια της επανακατάρτισης (reskilling), ειδικότερα εάν έχουν προστατευόμενα μέλη.

Μετά το ξέσπασμα της παγκόσμιας κρίσης όλοι εν γένει οι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα και οι ελεύθεροι επαγγελματίες, συνεχίζουν να θεωρούν εαυτούς ως πιθανούς άνεργους. Η ανεργία και ειδικότερα η μακροχρόνια, και η μόνιμη επαγγελματική απαξίωση, η κοινωνική αποξένωση και παραίτηση, οδηγούν στην απουσία για κοινωνική συμμετοχή και θέληση για ζωή. Ο αποκλεισμένος εργασιακά πολίτης διαλύεται ψυχολογικά, χάνει τον εαυτό του, την ταυτότητα, την επαγγελματική του υπόσταση, αποθαρρύνεται, αχρηστεύεται οικονομικά, με αποτέλεσμα τον μόνιμο πλέον κοινωνικό αποκλεισμό του. Για ορισμένα από τα θύματα της ανεργίας, μονόδρομος πλέον είναι η «μαύρη» ανασφάλιστη, κακοπληρωμένη και εν γένει εκμεταλλευτική εργασία. Επιπλέον τούτων η μακρόχρονη οικονομική στέρηση και η αναπαραγωγή της μέσω του οικογενειακού περιβάλλοντος του ανέργου, μετατρέπεται σε διαγενεακό ζήτημα. Τα παιδιά που ζουν στην φτώχεια, βιώνουν την στέρηση των πόρων, της μόρφωσης και του υγιούς περιβάλλοντος που προσφέρει η εργασία των γονέων, θα συνεχίσουν μελλοντικά να αναπαράγουν την ανεργία η οποία θα θεωρείται φυσιολογική  και δεδομένη.

 Η ανεργία και τα αποτελέσματα της είναι ένα σοβαρό πολιτικό ζήτημα και πρέπει να αντιμετωπιστεί ως τέτοιο. Είναι πολύ πιθανόν ή βέβαιο ότι οι πολιτικές ηγεσίες των τελευταίων χρόνων σφάλλουν. Αντί να χρηματοδοτούν τις ιδιωτικές επιχειρήσεις στην δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, θα έπρεπε να βελτιώσουν την οικονομική ευρωστία της αγοράς εργασίας. Η μείωση της απασχόλησης είναι σαφές ότι οφείλεται στην οικονομική δυσπραγία των επιχειρήσεων λόγω απουσίας έργου και εξ αυτής αδυναμία επενδύσεων σε θέσεις εργασίας. Το ζητούμενο θα έπρεπε να είναι η διεύρυνση της αγοράς εργασίας και όχι η περιστασιακή στήριξη της. Στόχευση αιχμής αντί της μάταιης σταθερότητας και της δημιουργίας εισοδήματος φτώχειας για μια εύθραυστη κατανάλωση, θα ήταν η δημιουργία ενός νέου κρίσιμου μεγέθους οικονομικής ευημερίας. Μία βάση για αρχική συζήτηση προβληματισμού θα μπορούσε να είναι η αναθεώρηση του παρόντος παραγωγικού μοντέλου. Η διατροφική αυτάρκεια θα μπορούσε να αποτελεί μια αρχική προσέγγιση για νέες πολιτικές στήριξης, με κύρια κατεύθυνση στην μεταποίηση και τις παραγωγικές δυνάμεις του πρωτογενούς τομέα. Επιπρόσθετα των παραπάνω ο ρόλος των πολιτών είναι σημαντικός στις προτεινόμενες αλλαγές. Οι άνεργοι πολίτες είναι αναγκαίο να αντιληφθούν την κατάσταση τους όχι ως στίγμα αλλά σαν αποτέλεσμα πολιτικών επιλογών του παρελθόντος. Είναι απαραίτητο να χειραφετηθούν και να εκφραστούν πολιτικά με ζητούμενο την αλλαγή του κοινωνικοοικονομικού πλαισίου, διαφορετικά δεν θα αλλάξει κάτι.

*Υποψήφιος Διδάκτωρ, Τμήμα Κοινωνικής Πολιτικής Παντείου Πανεπιστημίου

[1] Σύμφωνα με τον ΟΑΕΔ για λάβει ο άνεργος τακτικό επίδομα ανεργίας (50% του βασικού μισθού) θα πρέπει να έχει πραγματοποιήσει 125 ημέρες εργασίας στο τελευταίο 14μηνο, χωρίς να υπολογίζονται σε αυτές οι τελευταίοι δύο μήνες (συνολικά θα πρέπει να έχει εργαστεί επτά μήνες).

[2] Βλ. παράδειγμα, πρόσκληση Νο 2/2015, 2/4/2015, πέντε μήνες απασχόληση, σελ.10,  Κεφάλαιο 7ο Κριτήρια Κατάταξης – Τρόπος Μοριοδότησης https://www.e-forosimv.gr/docs/28668_2_4_2015.pdf

[3] http://www.oaed.gr/statistika-stoicheia-ana-mena  (πρόσβαση Ιανουάριος 2020)

[4] Σύμφωνα με την μεθοδολογία της ΕΕ (Eurostat), ως εργαζόμενος καταγράφεται οποιοδήποτε πρόσωπο εργάστηκε κατά την εβδομάδα αναφοράς της έρευνας (π.χ. την προηγούμενη εβδομάδα) τουλάχιστον μία ώρα, είτε επ ’αμοιβή ακόμη και χωρίς αμοιβή εάν εργάζεται σε οικογενειακή επιχείρηση.

[5] Δελτίο Τύπου – Έρευνα Εργατικού Δυναμικού: Β΄ τρίμηνο 2020, https://www.statistics.gr/documents/20181/29086653-211a-2565-7c22-f41e3c4c7140



Comments

Popular posts from this blog

A summary of the current status of SSE entities in Greece 2023

  *Stelios Katomeris    A summary of the current status of SSE entities in Greece 2023 Twelve years after the institutionalization of the SE sector in Greece, the social goals of its organizations have not been achieved, while most of them are not financially viable. The two laws 4019/2011 and 4430/2016 were not implemented or their implementation was defective and fragmented, in particular the articles that provided for support for the start-up and sustainable operation of SSE bodies. According to a published report from Ministry of Labour (2020), approximately 1,800 Social and Solidarity Economy (SSE) entities had been subscribed in Greek SSE registry. The majority from those almost 95%, are Social Cooperative limited liability Enterprises (Koin.S.Ep and Koi.S.P.E) as well as the Workers’ Cooperatives, though the rest is numerically represented by various non-profit volunteer bodies, e.g. Civil Non-Profit Associations (AmKE) and various foundations or associations (Law 4430/2016). As

Η Κοινωνική Οικονομία στην νέα συγκυρία – Προτάσεις πολιτικής

Στέλιος Κατωμέρης – Υποψήφιος Διδάκτωρ Παντείου                  5/04/2020 Η Κοινωνική Οικονομία στην νέα συγκυρία – Προτάσεις πολιτικής Εισαγωγή Η θεσμική παρουσία του 3 ου τομέα της οικονομίας ή Κοινωνικής Οικονομίας με την τυπική μορφή και επιχειρησιακή δράση διανύει ήδη περίπου μισό αιώνα ζωής στην Ευρώπη. Είναι βέβαια γνωστό ότι η πρώτη έκφραση του χώρου αυτού της Κοινωνικής Οικονομίας (ΚΟ) - που ήταν ένα σημείο τομής των παραδοσιακών επιχειρηματικών πράξεων με τις κοινωνικές ανάγκες της κοινωνίας - παρουσιάστηκε με την μορφή διαφόρων τύπων συνεταιρισμών τον 19 ο αιώνα με αφορμή κυρίως τις σχεδόν αιφνίδιες και ακραίες κοινωνικές και οικονομικές ανισότητες που δημιούργησε η εκβιομηχάνιση των κοινωνιών. Τα τελευταία πενήντα χρόνια έχουν γίνει σημαντικά βήματα για την θεσμοθέτηση του τομέα της ΚΟ. Στις αρχές της δεκαετίας του ‘90 για πρώτη φορά στην Ευρώπη και συγκεκριμένα στην Γαλλία το 1981 - παρουσιάστηκε μια πρώτη σαφής και ολοκληρωμένη νομοθετική πρωτοβουλία γ